Δύο ειδών αξίες: Είναι σούρουπο στην Αίγινα. Καλοκαίρι. Κάθεσαι στη βεράντα μας και αγναντεύεις τον κόκκινο ήλιο να βυθίζεται στη θάλασσα. Εάν εκείνη τη στιγμή έρθω και σου μιλήσω για κάποια δική μου ανοησία, θα θυμώσεις που σου καταστρέφω τη στιγμή. Αργότερα, το ίδιο βράδυ, τρώμε με την παρέα μας στον Μαραθώνα.
Ο φίλος σου ο Πάρις έχει ρέντα -τα ανέκδοτά του μας κάνουν να γελάμε. Ακόμα και σένα που είσαι τόσο δύσκολη. Κάποια στιγμή ο καπετάν Κώστας, που αράζει την ψαρόβαρκά του δίπλα στην ταβέρνα, σου ζητάει μια χάρη. Η άγκυρά του κόλλησε στον βυθό και η αλυσίδα έσπασε από το πολύ τράβηγμα. «Σε παρακαλώ», σου λέει, «επειδή ξέρω πόσο σου αρέσει να κάνεις μακροβούτια, μήπως σου είναι εύκολο να βουτήξεις και να περάσεις αυτό το σχοινί μέσα από την καδένα της άγκυρας; Θα το έκανα εγώ αλλά τα ρευματικά μου σήμερα με έχουν λιανίσει». «Αμέσως», του απαντάς, αρπάζοντας την ευκαιρία να γίνεις η «ηρωίδα της στιγμής», και βουτάς στη θάλασσα όλο περηφάνια. Ηλιοβασίλεμα. Τα αστεία του Πάρι. Η χαρά τού να κάνεις τη βουτιά που σου ζήτησε ο καπετάν Κώστας. Τρία πράγματα που σε κάνουν να νιώθεις όμορφα. Τρία «αγαθά». Όχι όμως και τρία εμπορεύματα. Ποια η διαφορά αγαθού και εμπορεύματος; Τα εμπορεύματα είναι αγαθά (όπως π.χ. το iPad σου) αλλά τα αγαθά δεν είναι αναγκαστικά εμπορεύματα.
Τα εμπορεύματα είναι αγαθά τα οποία παράγονται για να πουληθούν. Το λιόγερμα στην Αίγινα, τα ανέκδοτα του Πάρι και η βουτιά που έκανες για χάρη του καπετάν Κώστα δεν προσφέρθηκαν ώστε να πουληθούν. Δεν ξέρω αν το έχεις προσέξει αλλά στην κοινωνία που ζούμε υπάρχει μια τάση να συγχέουμε τα αγαθά με τα εμπορεύματα και να θεωρούμε ότι όσο μεγαλύτερη η τιμή ενός αγαθού τόσο πιο πρόθυμα θα το προσφέρει κάποιος. Δεν είναι όμως έτσι. Για τα εμπορεύματα αυτό ισχύει: όσο πιο μεγάλη τιμή είμαστε διατεθειμένοι να πληρώσουμε για ένα iPad τόσο πιο πολλά iPad είναι διατεθειμένη να παραγάγει η Apple. Για τα ανέκδοτα όμως του Πάρι δεν είναι αναγκαστικά έτσι. Αν προτείναμε στον Πάρι να τον πληρώσουμε για να μας πει κι άλλα ανέκδοτα, είναι πιθανόν να ένιωθε περίεργα. Κάλλιστα μπορείς να φανταστείς ότι, και να δεχόταν, μπορεί η πληρωμή να τον έκανε να χάσει το χιούμορ του. Ή πάρε τη δική σου περίπτωση με τον καπετάν Κώστα: αν σου πρόσφερε χρήματα για να βουτήξεις, μπορεί να χαιρόσουν λιγότερο τη βουτιά που έκανες, έχοντας χάσει μέρος της αξίας της που οφείλεται στην αίσθηση της αυταπάρνησης, της περιπέτειας, του ότι βουτάς «έτσι, απλώς επειδή στο ζήτησε».
Αν ο Πάρις γίνει επαγγελματίας κωμικός όταν μεγαλώσει, ή εσύ αποφασίσεις να γίνεις επαγγελματίας δύτρια, τότε τα ανέκδοτά του και οι βουτιές σου θα είναι εμπορεύματα τα οποία θα πουλάτε για συγκεκριμένα χρηματικά ποσά -θα έχουν αποκτήσει αγοραία τιμή. Η τιμή ενός εμπορεύματος αντανακλά την ανταλλακτική αξία του αγαθού που προσφέρεις προς πώληση -με άλλα λόγια, την αξία των άλλων πραγμάτων που μπορείς να αποκτήσεις προσφέροντας σε κάποιον πελάτη ανέκδοτα ή βουτιές. Από την άλλη, η βιωματική αξία μιας βουτιάς, ενός ηλιοβασιλέματος, ενός ανεκδότου είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Μπορεί και τα τρία να έχουν τεράστια βιωματική αξία και καμία ανταλλακτική αξία (π.χ. το ηλιοβασίλεμα, το οποίο δεν είναι προς πώληση). Και το αντίθετο: να μη χαίρεσαι καθόλου να λες ανέκδοτα (ιδίως επί σκηνής) αλλά να κερδίζεις πολλά χρήματα λέγοντάς τα. Αυτές οι δύο αξίες, η βιωματική και η ανταλλακτική, δεν θα μπορούσαν να διαφέρουν περισσότερο μεταξύ τους. Πολύ συχνά όμως, στις σημερινές κοινωνίες, όλες οι αξίες μετριούνται σαν να είναι ανταλλακτικές. Ό,τι δεν έχει τιμή, ό,τι δεν μπορεί να πουληθεί με κέρδος, τείνει να θεωρείται άνευ αξίας. Και το αντίθετο.
Παράλληλα, ζούμε σε κοινωνίες που, λανθασμένα, θεωρούν αυταπόδεικτο πως η αύξηση της τιμής ενός αγαθού, δηλαδή της ανταλλακτικής του αξίας, αναγκαστικά θα αυξήσει την ποσότητα αυτού του αγαθού που θα προσφερθεί στην κοινωνία από εκείνους που το έχουν (ή που μπορούν να το παραγάγουν). Όπως σου είπα πριν, αυτό πράγματι ισχύει για τα iPad. Όχι όμως για όλα τα αγαθά. Η αγορά αίματος: Σε πολλές χώρες το αίμα προσφέρεται δωρεάν από εθελοντές αιμοδότες που το προσφέρουν επειδή νιώθουν την ανάγκη να βοηθήσουν συνανθρώπους τους των οποίων η ζωή κινδυνεύει. Σε άλλες χώρες οι αιμοδότες αμείβονται για το αίμα που προσφέρουν. Πού νομίζεις ότι η προσφορά αίματος είναι μεγαλύτερη; Εκεί όπου οι αιμοδότες πληρώνονται για το μέγα αγαθό που προσφέρουν, το ίδιο τους το αίμα; Ή στις χώρες όπου δεν πληρώνονται; Μόνο και μόνο που σου έθεσα το ερώτημα, φαντάζομαι να μάντεψες την απάντηση: Είναι αλήθεια πως έχει παρατηρηθεί ότι στις χώρες όπoυ oι δωρητές πληρώνoνται για τo αίμα πoυ δίνoυν, oι πoσότητες αίματoς πoυ μαζεύoνται είναι κατά πoλύ μικρότερες από εκείvες πoυ συγκεντρώνoνται σε χώρες όπoυ τo αίμα πρoσφέρεται εθελoντικά και χωρίς πληρωμή.
Φαίνεται ότι η πληρωμή απoθαρρύνει περισσότερους δωρητές πoυ θέλoυν να πρoσφέρoυν αίμα αφιλοκερδώς (ως πράξη πoυ δεv έχει στόχo τηv πρoσωπική τoυς ωφέλεια) από εκείνους που προσελκύει. Όσοι συγχέουν την έννοια του αγαθού με την έννοια του εμπορεύματος αδυνατούν να κατανοήσουν ότι η προσφορά αίματος μειώνεται όταν στους αιμοδότες προσφέρεται αμοιβή. Αναρωτιούνται πώς συμβαίνει να υπάρχουν εν δυνάμει αιμοδότες που αποφασίζουν να μην προσφέρουν το αίμα τους επειδή τους προσφέρθηκαν χρήματα ως αντάλλαγμα. Αυτά παθαίνει όποιος δεν καταλαβαίνει ότι οι βιωματικές αξίες πολλές φορές υποτιμώνται όταν ανατιμώνται οι ανταλλακτικές αξίες! Αυτό που συμβαίνει είναι απλό και θυμίζει τη βουτιά που σου ζήτησε να κάνεις ο καπετάν Κώστας. Όταν αρκέστηκε στο να σε παρακαλέσει να πέσεις στη θάλασσα βραδιάτικα για να τον βοηθήσεις με την άγκυρα, η χαρά της συνεισφοράς και η αίσθηση ότι ήσουν καλό και «ηρωικό» παιδί υπερκέρασαν τον φόβο της σκοτεινής θάλασσας και την ταλαιπωρία τού να πρέπει να γδυθείς και να γεμίσεις αλάτια. Είναι πολύ πιθανό, αν σου έλεγε «πάρε πέντε ευρώ για να πέσεις στο νερό», να μην το έκανες.
Υποσυνείδητα θα σε ξένιζε το να αποτιμήσει τη συνεισφορά σου για μόλις πέντε ευρώ. Μπορεί αυτά τα πέντε ευρώ να μην ήταν αρκετά για να σε αποζημιώσουν για την «ταλαιπωρία», αλλά παραπάνω από αρκετά για να διαλύσουν τη χαρά που θα σου έδινε η σκέψη ότι έπεσες στη θάλασσα για χάρη του καπετάν Κώστα έτσι, χωρίς αμοιβή. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση της προσφοράς αίματος.
Πολλοί αιμοδότες ευχαριστιούνται στην ιδέα ότι προσφέρουν το αίμα τους αφιλοκερδώς. Όταν όμως τους προσφέρεται ένα χρηματικό ποσό γι’ αυτό, η μετατροπή της συνεισφοράς σε συναλλαγή τούς καταστρέφει τη χαρά της συνεισφοράς (π.χ. επειδή κάποιοι θα νομίσουν ότι προσφέρουν το αίμα τους για τα λεφτά), χωρίς το ποσό που τους προσφέρεται να είναι αρκετό για να τους αποζημιώσει για τον χρόνο τους και για τον πόνο της βελόνας στο χέρι τους. Για να το πω λίγο πιο αναλυτικά, στις δύο αυτές περιπτώσεις, της βουτιάς σου για τον καπετάν Κώστα και της αιμοδοσίας, όταν η ανταλλακτική αξία του προσφερόμενου αγαθού πηγαίνει από το μηδέν σε μια θετική τιμή, η βιωματική αξία του πέφτει κάθετα.
Το αποτέλεσμα είναι να μη θέλει κάποιος να προσφέρει με το αζημίωτο κάτι που θα προσέφερε μετά χαράς δωρεάν! Ο Όσκαρ Ουάιλντ όριζε τον κυνικό άνθρωπο ως εκείνον που γνωρίζει τα πάντα για τις τιμές και τίποτα για τις αξίες. Οι κοινωνίες μας τείνουν να μας κάνουν όλους κυνικούς. Και ουδείς κυνικώτερος του οικονομολόγου ο οποίος θεωρεί πως η μόνη αξία είναι η ανταλλακτική, υποβαθμίζοντας τις βιωματικές αξίες στα αζήτητα των κοινωνιών όπου όλα κρίνονται με αγοραία κριτήρια.
Απόσπασμα (κεφάλαιο «Τιμές εναντίον αξιών») από το βιβλίο του Γιάνη Βαρουφάκη «Μιλώντας στην κόρη μου για την Οικονομία», εκδόσεις Πατάκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου